ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

e-mail επικοινωνίας: nikolaosppappas@yahoo.com

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Ο τριετής πόλεμος Ετρουρίας – Ρωμαίων (389-386 π.Χ.) και ο θρίαμβος του Κάμιλλου

του Νικολάου Π. Παππά, Πολιτικού Επιστήμονος


Μετά την άλωση των Βηίων και την κατάκτηση ολόκληρης της πεδιάδας δυτικά του Τιβέρη ποταμού οι Ετρούσκοι δεν το έβαλαν κάτω. Το 389 π.Χ. οι εκπρόσωποι της δωδεκάπολης της Ετρουρίας μαζεύτηκαν στο ιερό του θεού Βολτούμνα (περισσότερα για το ετρουσκικό Fanum Voltumnae βλ. ΕΔΩ: https://bit.ly/2um0oln) και συγκρότησαν μια συμμαχία εναντίον των Ρωμαίων ενώ η επέκταση της Ρώμης θορύβησε και τους Λατίνους οι οποίοι επίσης συμμάχησαν εναντίον της.

Την περίοδο 389-386 οι Ρωμαίοι κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μια τριπλή επίθεση: των Ετρούσκων, των Ουόλσκων και των Αίκουων. Οι Ρωμαίοι ήδη από το 396 π.Χ. είχαν κατακτήσει την “πόρτα της Ετρουρίας” (όπως την αποκαλεί ο Λίβιος), Σούτριο (Sutrium) και Νεπέτε (Nepete), πόλεις τις οποίες αποίκισαν στη συνέχεια. Οι Ετρούσκοι είχαν γεωπολιτικούς λόγους να θέλουν να ανακτήσουν την σημαντική αυτή "πύλη". Για περισσότερα περί της σύγκρουσης Ρώμης - Ουόλσκων δείτε τη σειρά άρθρων του Μ. Χατζημανώλη: https://bit.ly/2FlddhR).


Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Ο Μάρκος Φούριος Κάμιλλος, ο οποίος είχε δείξει τις ηγετικές του ικανότητες και στην άλωση των Βηίων (βλ. ΕΔΩ σχετικό άρθρο: https://bit.ly/36pPUzq), όταν οι Ετρούσκοι το 389 εισέβαλαν και λεηλατούσαν την ρωμαϊκή επικράτεια, εκμεταλλευόμενοι τα προβλήματά τους μετά τον κελτο-ρωμαϊκό πόλεμο του 390, επανεξελέγη δικτάτορας και ξεκίνησε για τη συμμαχική (πλέον) πόλη Σούτριο (μία από τις δύο "πύλες") η οποία δεχόταν επίθεση από τους Ετρούσκους. Στον δρόμο κατατρόπωσε τόσο τους Ουόλσκους όσο τους Αίκουους (ιταλικό φύλο) οι οποίοι ενώ ακόμη προετοιμάζονταν για τον πόλεμο τους χτύπησε έξω από την πόλη Μπολά (Bolae) καταλαμβάνοντας τόσο το στρατόπεδο τους όσο και την ίδια την πόλη.

Μετά τις μεγάλες του νίκες, στράφηκε προς το Σούτριο το οποίο στο μεταξύ είχε συνθηκολογήσει. Ο Κάμιλλος στον δρόμο συναντήθηκε με τους ηττημένους και εξόριστους πολίτες του Σούτριου που έφυγαν από την πόλη άοπλοι (όρος της συνθήκης) και του μετέφεραν για τα εγκλήματα που γίνονταν στην πόλη (ο Λίβιος αναφέρει ότι όταν ο Κάμιλλος αργότερα μετέφερε τις καταγγελίες των πολιτών του Σούτριου στους Ετρούσκους, ακόμη κι αυτοί δάκρυσαν). Αφού τους έδωσε εντολή να παραμείνουν στο σημείο που συναντήθηκαν, έφτασε με αριθμό στρατού έξω από τα τείχη της πόλης και είδε τους Ετρούσκους να έχουν διασκορπιστεί και να λεηλατούν το Σούτριο. Πριν ακόμη προλάβουν να αντιδράσουν και να ανασυνταχθούν μπήκε στην πόλη, έκλεισε τις πύλες και τους επιτέθηκε. Αν και προσπάθησαν να αντιδράσουν στην αρχή, ο Κάμιλλος τους υποσχέθηκε να τους χαρίσει τη ζωή και οι περισσότεροι γνωρίζοντας ότι ήταν καταδικασμένοι παραδόθηκαν αμέσως. Η πόλη είχε καταληφθεί δύο φορές σε μόλις μία μέρα. Οι αιχμάλωτοι Ετρούσκοι χωρίστηκαν σε ομάδες για ασφάλεια και τους έβαλαν σε αποθήκες.

Ο Κάμιλλος έχοντας κερδίσει διαδοχικά σε τρεις διαδοχικές μάχες επέστρεψε στην Ρώμη σαν ήρωας και πολλοί Ετρούσκοι αιχμάλωτοι πωλήθηκαν ως δούλοι δημόσια και τα κέρδη ήταν τόσο μεγάλα που ο χρυσός έφτανε και για την αποπληρωμή των μαρώνων (είχαν δανείσει χρήματα στο κράτος μετά την καταστροφή του κελτο-ρωμαϊκού πολέμου του 390) ενώ από τον περισσευούμενο χρυσό φτιάχτηκαν τρία κύπελλα, τα οποία είχαν πάνω το όνομα του Κάμιλλου, και τοποθετήθηκαν στον ναό του Διός, κάτω από το άγαλμα του Juno. Το επόμενο διάστημα, όπως αναφέρουμε και στο άρθρο μας για την άλωση των Βιήων, οι πολίτες της Φηδίνας, των Βιήων και της Καπένας έλαβαν προνόμια από τους Ρωμαίους (για περισσότερα δείτε το σχετικό άρθρο - link παραπάνω για την άλωση των Βηίων).

Τον επόμενο χρόνο (388) οι Ρωμαίοι, που πλέον είχαν κλείσει τις πληγές των προηγούμενων δύο χρόνων, πέρασαν στην αντεπίθεση και με ένα μέρος του στρατού στράφηκαν κατά των Αίκουων με σκοπό να καταστρέψουν τα εδάφη τους ώστε να τους αποδυναμώσουν σε περίπτωση που ήθελαν να εξεγερθούν, ενώ με έναν δεύτερο στρατό εισέβαλαν στην επικράτεια της Ταρκυνίας και κατέλαβαν τις πόλεις Κορτουόζα (Cortuosa) και Κοντενέμπρα (Contenebra). Η Κορτουόζα έπεσε πολύ γρήγορα ενώ η Κοντενέρμπα αντιστάθηκε αλλά η αριθμητική ανωτερότητα των Ρωμαίων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική της ήττα. Αφού ο στρατός χωρίστηκε σε έξι μέρη, η πόλη πολιορκήθηκε για έξι ώρες μέχρις ότου έπεσε. Εδώ υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο.

Στην σημερινή πόλη Σαν Τζιοβενάλε (San Giovenale) ανακαλύφθηκαν πριν λίγα χρόνια από Σουηδούς ανασκαφείς τα ερείπια μιας ετρουσκικής πόλης η οποία χτίστηκε το 650 π.Χ. και καταστράφηκε στα μέσα του 4ου αιώνος. Πολλοί υποστηρίζουν ότι πιθανότατα πρόκειται για την Κοντενέμπρα, καθώς βρίσκεται πολύ κοντά στην αρχαία Ταρκυνία. Φυσικά δεν αποκλείεται να είναι η Κορτουόζα ή κάποια άλλη πόλη που δεν μας αναφέρει ο Λίβιος, όμως οι αρχαιολόγοι θεωρούν πιο πιθανό το σενάριο να πρόκειται για την Κοντενέρμπα. Με αυτό το εύρημα επιβεβαιώνεται η ορθότητα των λεγομένων του μεγάλου Λατίνου ιστορικού.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στην ιστορία μας. Η νίκη αυτή των Ρωμαίων ήταν ταπεινωτική για την Ταρκυνία η οποία είχε κόντρα με τη Ρώμη από την εποχή της ρωμαϊκής μοναρχίας στην οποία βασίλευαν οι Ταρκύνιοι από την Ετρουρία.

Τον επόμενο χρόνο (387) ο Κάμιλλος ήταν απασχολημένος στον πόλεμο κατά των Ουόλσκων στο Σάτρικον (Satricum) και οι Ετρούσκοι βρήκαν την ευκαιρία να επιτεθούν ξανά στο Σούτριο και το Νεπέτε. Ο Κάμιλλος, που μαζί με τον Βαλέριο Ποπλικόλα Πότιτο πολιορκούσαν το Σάτρικον (για την εν λόγω μάχη βλ. ΕΔΩ το άρθρο του Μανώλη Χατζημανώλη: https://bit.ly/36CgHZH), αποφάσισε να φύγει από το πεδίο της μάχης, καθώς ήταν θέμα χρόνου να πέσει η πόλη, και επέστρεψε γρήγορα στη Ρώμη ζητώντας από την σύγκλητο να σταλεί κατά του Άντιουμ (Antium), πρωτεύουσα των Ουόλσκων την οποία ήθελαν να καταστρέψουν, και τόνιζε την ανάγκη να του παρασχεθεί εξοπλισμός για πολιορκία κα καθώς μόνο έτσι θα έπεφτε η πόλη. Όμως στη μέση της ομιλίας του τον διέκοψαν καθώς υπήρχε ανάγκη να σταλεί γρήγορα στο Σούτριο και το Νεπέτε όπου είχαν στείλει μήνυμα για άμεση βοήθεια.

Η σύγκλητος και ο Κάμιλλος συμφώνησαν να αφήσουν προς το παρόν το Άντιουμ και αφού έγινε δεκτό το αίτημά του να σταλεί μαζί του κι ο Βαλέριος ξεκίνησε γρήγορα στο Σούτριο όπου ήδη οι Ετρούσκοι είχαν καταλάβει τη μισή πόλη. Οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν τόσο μέσα από την πόλη όσο και έξω από τα τείχη με αποτέλεσμα να παγιδεύσουν τους Ετρούσκους και να προκληθεί μεγάλος πανικός. Οι πολιορκητές που πλέον είχαν μετατραπεί σε πολιορκημένους πήγαν να φύγουν από την μόνη πύλη που είχε μείνει ανοιχτή από τους Ρωμαίους και ακολούθησε μεγάλη σφαγή μέχρι το βράδυ. Σύμφωνα με τον Λίβιο ο μόνος λόγος που σταμάτησαν οι Ρωμαίοι ήταν ότι τους εμπόδιζε το σκοτάδι να συνεχίσουν. Για άλλη μια φορά το Σούτριο θα παρέμενε ρωμαϊκό.

Στο Νεπέτε, από την άλλη, η πόλη είχε παραδοθεί ήδη στους Ετρούσκους μετά από προδοσία. Όταν οι Ρωμαίοι ζήτησαν από τους πολίτες του να διώξουν τους Ετρούσκους αποδεικνύοντας ότι πράγματι είναι σύμμαχοι της Ρώμης, αυτοί αρνήθηκαν υποστηρίζοντας ότι είναι ανίσχυροι. Οργισμένος που αντί να υπακούσουν στην συμμαχία έδειχναν σεβασμό στην συνθήκη παράδοσης, ξεκίνησε μια επίθεση κατά την οποία η πόλη κατακτήθηκε εύκολα. Οι Ρωμαίοι τοποθέτησαν αναρριχητικές σκάλες στα τείχη και η πόλη έπεσε με την πρώτη προσπάθεια. Ο Κάμιλλος έδωσε εντολή στους πολίτες του Νεπέτε να έχουν τα χέρια τους κάτω ώστε να μην τους σκοτώσουν οι Ρωμαίοι στρατιώτες ενώ οι Ετρούσκοι θανατώθηκαν είτε είχαν όπλα είτε όχι. Φυσικά δεν γλίτωσαν ούτε όσοι συμμετείχαν στην παράδοση της πόλης οι οποίοι αποκεφαλίστηκαν. Τέλος, ο πληθυσμός που δεν είχε συμμετοχή στην παράδοση έλαβε πίσω την περιουσία του και στην πόλη έμεινε μια φρουρά. Αυτοί θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι πρώτοι Ρωμαίοι άποικοι της πόλης, ενώ το 383 εστάλησαν κι άλλοι. Μην ξεχνάμε ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν πολλά προβλήματα στην Ρώμη και η αποστολή αποίκων σε κατακτημένες περιοχές που υπήρχε ανάγκη για την εξασφάλισή τους ήταν ένας τρόπος να εκτονώνεται η κοινωνική ένταση.

Στον απόηχο του πολέμου οι Ρωμαίοι ζήτησαν το λόγο τόσο από τους Λατίνους όσο και από τους Έρνικες γιατί δεν έστειλαν ως σύμμαχοι στρατό κατά των Ουόλσκων αλλά αντιθέτως πολίτες τους συμμετείχαν στις τάξεις των Ουόλσκων και η απάντηση ήταν ότι φοβόντουσαν μήπως δεχτούν επίθεση. Φυσικά αυτή η απάντηση δεν κάλυψε τους Ρωμαίους οι οποίοι χαρακτήρισαν την κίνησή τους αιτία πολέμου, όμως η Ρώμη δεν άντεχε άλλες μάχες και έτσι αποφασίστηκε να μην επιτεθούν.
Με αυτή τη μάχη θα ολοκληρωθεί ο τριετής πόλεμος των Ρωμαίων τόσο με τους Ετρούσκους όσο και με τους Ουόλσκους και τους Λατίνους. Οι Ετρούσκοι και οι Ρωμαίοι δεν ξανασυγκρούστηκαν τα επόμενα 28 χρόνια. Οι συνεχόμενες ήττες των Τυρρηνών ήταν βαρύ πλήγμα για την ψυχολογία τους και δεν ήθελαν να ρισκάρουν νέες. Όμως το 358 ένας νέος πόλεμος θα ξεκινήσει, αυτή τη φορά μεταξύ της Ρώμης και της Ταρκυνίας. Οι δύο δυνάμεις επιτέλους θα συγκρούονταν και το αποτέλεσμα του πολέμου θα έκρινε πάρα πολλά...


Πηγή: Ετρούσκοι, Τυρρηνοί ή Ρασίννες - Φίλοι Αρχαίας Ιστορίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου