ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

e-mail επικοινωνίας: nikolaosppappas@yahoo.com

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

«Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου», ένα... ξεχασμένο κοινό

του Νικολάου Π. Παππά, Πολιτικού Επιστήμονος


Η «Serenissima Repubblica di San Marino» [δηλ. Γαληνοτάτη Πολιτεία (ή κατά την λάθος μετάφραση: Δημοκρατία) του Αγίου Μαρίνου] είναι μια εξαιρετική και μοναδική περίπτωση μιας πόλης-κράτους η οποία επιβίωσε μέχρι και σήμερα. Η πόλη βρισκόταν στην επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και στην περιφέρεια του Ελληνικού κόσμου, ο οποίος αναπτυσσόταν πάντοτε με βάση τις αυτόνομες πόλεις-κοινότητες. Βρίσκεται μόλις μία ώρα μακριά από το Ρίμινι και έχει περίπου 30.000 κατοίκους.

Ο Μαρίνος ήταν ένας Χριστιανός λιθοξόος (=λαξευτής λίθων και μαρμάρων). Είχε πάει στην περιοχή του Ρίμινι για να κάνει Χριστιανικά κηρύγματα, όμως γρήγορα (το 257 μ.Χ.) κατέφυγε στο βουνό Μόντε Τιτάνο καθώς εκείνη την εποχή ο Διοκλητιανός είχε εξαπολύσει δριμείς διωγμούς κατά των Χριστιανών (και του Μανιχαϊστών) και βρισκόταν σε κίνδυνο. Εκεί έφτιαξε μια μικρή εκκλησία, σιγά-σιγά μαζεύτηκαν και άλλοι διωκόμενοι Χριστιανοί, και έτσι δημιουργήθηκε ο οικισμός που αυτός με την σειρά του εξελίχθηκε σε αυτόνομη πόλη. Η πόλη θεωρείται ότι ιδρύθηκε επίσημα στις 3 Σεπτεμβρίου 301 μ.Χ. (ημέρα θανάτου του Μαρίνου).

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Η απαξίωση των διαφωτιστών για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο)

Του Νίκου Παππά, Φοιτητή Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο


Ο 18ος αιώνας είναι ένας αιώνας συνεχών επαναστάσεων, και η στροφή της Δύσεως προς τον ορθολογισμό είχε ως αποτέλεσμα να αντιμετωπιστεί με σκεπτικισμό η θρησκεία και το παρελθόν να αντιμετωπιστεί με μεγάλη άρνηση. Αποτέλεσμα του μίσους των διαφωτιστών προς τον Μεσαίωνα, ήταν να ταυτιστεί από πολλούς η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με τον Δυτικό φεουδαλικό κόσμο, και να παρουσιαστεί η αυτοκρατορία ως θεοκρατική – σκοταδιστική.

Σκληρή κριτική στην αυτοκρατορία άσκησαν οι Βολταίρος, Μοντεσκιέ, Έγελος και ο Ναπολέων Α’. Ο Βολταίρος, Γάλλος ιστορικός και φιλόσοφος, θα γράψει: «Υπάρχει μια ιστορία πολύ περισσότερο γελοία από την ιστορία της Ρώμης από την εποχή του Τακίτου: η ιστορία του Βυζαντίου. Αυτή η ανάξια λόγου συλλογή δέν περιλαμβάνει τίποτε άλλο, παρά μόνο πομπώδεις διακηρύξεις και θαύματα. Είναι το βδέλυγμα του ανθρώπινου πνεύματος, όπως η Ελληνική αυτοκρατορία υπήρξε το βδέλυγμα της οικουμένης»(1). Επίσης θεωρούσε ότι η βυζαντινή αυτοκρατορία μετρούσε περισσότερους μοναχούς, που δεν χρησίμευαν σε τίποτα, απ' ό,τι στρατιώτες.

François-Marie Arouet (Voltaire)

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

«Επίστρατοι», ένα «τέκνον» του Εθνικού Διχασμού που διχάζει

Του Νίκου Παππά, Φοιτητή Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο 

Φέτος, στις 5 Ιουνίου 2016,
συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την ίδρυση των «Επιστράτων»

Η Ελλάδα, μετά τους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους και τους προσωπικούς θριάμβους των Βενιζέλου-Βασιλέως Κωνσταντίνου, φτάνει στην εποχή του Εθνικού Διχασμού του 1914-1917 και η χώρα χωρίζεται για άλλη μια φορά στα δύο. Το 1916, μάλιστα, ο Εθνικός Διχασμός θα φτάσει στο αποκορύφωμά του το 1916 με τα «Νοεμβριανά». Μεγάλη συμμετοχή στα Νοεμβριανά, θα έχουν οι «Επίστρατοι», μια οργάνωση βαθιά αντί-Βενιζελική και φιλό-Βασιλική.

Ο επίσημος τίτλος των Επιστράτων ήταν «Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εφέδρων» (Π.Σ.Ε.) και ιδρύθηκε επίσημα στις 5 Ιουνίου του 1916, καθώς τότε ψηφίστηκε το καταστατικό του Συνδέσμου. Παρότι, σύμφωνα με το καταστατικό του, σκοπός της ιδρύσεως του ήταν η πρόνοια για τους εφέδρους και τις οικογένειές τους, στην πραγματικότητα αιτία της δημιουργίας τους ήταν, έναν μήνα πριν, η επιβολή από την Entente στον Βασιλέα Κωνσταντίνο για γενική αποστράτευση πολλών φιλοβασιλικών αξιωματικών. Οι αξιωματικοί αυτοί ήταν σχεδόν όλοι μάχιμοι και είχαν συμμετάσχει λίγο νωρίτερα στους Βαλκανικούς πολέμους. Έτσι, με την κίνησή τους αυτή, οι «σύμμαχοι» αποστερούσαν από την χώρα σημαντικό έμψυχο υλικό που θα μπορούσε να βοηθήσει την χώρα σε περίπτωση συμμετοχής της στον Α᾽ παγκόσμιο πόλεμο. Όπως ήταν φυσικό, η παρέμβαση αυτή σήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Όμως η παρέμβαση αυτή δεν μπορεί να συγκριθεί με την παρέμβαση στην οποία θα προχωρήσουν οι «σύμμαχοι» λίγους μήνες μετά...

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Βυζαντινή Αυτοκρατορία -ή Βυζαντινή Πολιτεία;

Του Brian Patrick Mitchell*,

(Μετάφραση: Νίκος Παππάς, Φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο)


Σχετικά με το βιβλίο «The Byzantine Republic: People and Power in New Rome», Αντώνης Καλδέλλης, Harvard University Press

Τα διδακτικά βιβλία λένε ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν μια θεοκρατική απολυταρχία ενώνοντας εκκλησία και κράτος κάτω από έναν παντοδύναμο αυτοκράτορα, ο οποίος θεωρούταν από τους Βυζαντινούς ο αντιβασιλέας και ο εφημέριος του Θεού. Δεν βγάζει νόημα αυτό, λέει ο Αντώνης Καλδέλλης, καθηγητής κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Οχάιο. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν η συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ακόμη και της Ρωμαϊκής Πολιτείας (Republic). Η πολιτική της ιδεολογία ήταν θεμελιωδώς κοσμική και στηριζόταν στην αρχαία Ρωμαϊκή ρεπουμπλικανική πεποίθηση ότι η κυβέρνηση υπάρχει για να εξυπηρετεί το κοινό καλό. Οι άνθρωποί της δεν είχαν πλέον έννομο ρόλο στην εκλογή των ηγετών ή των νομοθετών, αλλά συχνά έπαιζαν έξω-νομικό ρόλο στην εκλογή ή καθαίρεση Αυτοκρατόρων, των οποίων η νομιμότητα εξαρτιότανε από την δημοτικότητά του, κι όχι στην απαίτηση μιας Θείας ή συνταγματικής ορθότητας. Ως εκ τούτου, οι Αυτοκράτορες κυβερνούσαν με ρεαλισμό κι όχι με φανατισμό, συχνά απογοητεύοντας την εκκλησία και ευχαριστώντας τους ανθρώπους.

Αυτό είναι κάτι καινούριο για τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, οι οποίοι κουβαλούσαν την κατηγορία της Βυζαντινής θεοκρατίας περισσότερο από τους Δυτικούς Χριστιανούς, οι οποίοι κουβαλούσαν τις κατηγορίες των Σταυροφοριών και της Ιεράς εξετάσεως. Αλλά η «Βυζαντινή Πολιτεία» του Κύριου Καλδέλλη παρέχει χρήσιμες κριτικές στην μοντέρνα Δυτική πολιτική σκέψη, καθώς και δυσοίωνες, μέσω της ιδέας του για τον προοδευτικό δημοκρατικό τρόπο σκέψεως και που αυτός θα μας οδηγήσει.

Το βιβλίο του είναι μια ειλικρινώς ρεβιζιονιστική επίθεση στον τομέα των Βυζαντινών σπουδών, οι οποίες έχουν διαιωνίσει τις πανάρχαιες Δυτικές προκαταλήψεις σε αντίθεση με την ιστορική καταγραφή. Ο Καθηγητής Καλδέλλης στοχεύει κυρίως σε ακαδημαϊκούς της δεκαετίας του 1930 και των μιμητών τους, αλλά οι ρίζες της προκαταλήψεως πάνε πιο πίσω με την αντί-Ορθόδοξη προπαγάνδα στον Μεσαίωνα. Οι Ορθόδοξοι Βυζαντινοί αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την υπεροχή του Πάπα της Ρώμης επί όλων των πραγμάτων (ιερών και κοσμικών), και επέτρεψαν στον Αυτοκράτορά τους να έχει πολλή περισσότερη εξουσία πάνω στην εκκλησία απ’ ότι οι Παπικοί υποστηρικτές μπορούσαν να ανεχτούν. Αργότερα, κατά την διάρκεια του Διαφωτισμού, όταν η Δύση κινήθηκε με στόχο να αποκλείσει την Εκκλησία από την πολιτική, πιστευόταν ότι οι Βυζαντινοί είχαν καθυστερήσει, και θεωρούνταν το χαρακτηριστικό παράδειγμα του «Καισαροπαπισμού», λόγω της εσφαλμένης πεποιθήσεως ότι ο Βυζαντινός Αυτοκράτωρ κυβερνούσε ως Βασιλέας και Πάπας μαζί, χωρίς διαχωρισμό μεταξύ Εκκλησίας και κράτους.